bn:00055115n
Noun Concept
EL
νάρκη
EL
Εκρηκτική πολεμική συσκευή που θάβεται στη γη ή βυθίζεται στη θάλασσα και ανατινάζει οτιδήποτε προσκρούει επάνω της Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Εκρηκτική πολεμική συσκευή που θάβεται στη γη ή βυθίζεται στη θάλασσα και ανατινάζει οτιδήποτε προσκρούει επάνω της Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet