bn:00055408n
Noun Concept
EL
όχλος  μάζα  σκυλολόι  όχλο
EL
Το άτακτο και ανεξέλεγκτο πλήθος που εμφανίζει συχνά τάσεις αναταραχής,πρόκλησης καταστροφών Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Το άτακτο και ανεξέλεγκτο πλήθος που εμφανίζει συχνά τάσεις αναταραχής,πρόκλησης καταστροφών Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
Wiktionary
WordNet Translations