bn:00056475n
Noun Concept
EL
μουσικός
EL
Το πρόσωπο που έχει ως επάγγελμα την εκτέλεση ή και την σύνθεση μουσικών έργων Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Το πρόσωπο που έχει ως επάγγελμα την εκτέλεση ή και την σύνθεση μουσικών έργων Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet