bn:00060021n
Noun Concept
Categories: Δίθυρα, Σύμβολα του Μισισίπι, Αλιεύματα, Οστρεΐδες
EL
στρείδι  κρεβάτι στρείδι  στρείδια
EL
(ζωολ.) είδος θαλασσινού μαλακίου με διπλό όστρακο, με τραχιά εξωτερική επιφάνεια και με γκρίζο χρώμα Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
(ζωολ.) είδος θαλασσινού μαλακίου με διπλό όστρακο, με τραχιά εξωτερική επιφάνεια και με γκρίζο χρώμα Greek Open Multilingual WordNet
Στρείδι είναι η κοινή ονομασία μερικών εδώδιμων ειδών του γένους οστρέα και γρυφαία. Wikipedia
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
Wikidata
OmegaWiki