bn:00060631n
Noun Concept
Categories: Αλιεία, Σπογγαλιεία, Ζώα, Αλιεύματα
EL
σπόγγος  σπόγγος φύλλου porifera  Σφουγγάρι  σπόγγοι  asconoid
EL
Αρχικά πολυκυτταρικό θαλάσσιο ζώο του οποίου το πορώδες σώμα υποστηρίζεται από ένα ινώδες σκελετικό δίκτυο Greek Open Multilingual WordNet
English:
animal
Definitions
Relations
Sources
EL
Αρχικά πολυκυτταρικό θαλάσσιο ζώο του οποίου το πορώδες σώμα υποστηρίζεται από ένα ινώδες σκελετικό δίκτυο Greek Open Multilingual WordNet
Γενικά με τον όρο σπόγγος χαρακτηρίζεται κάθε στερεή πορώδης μάζα με μεγάλη σχετική απορροφητική ικανότητα που σχηματίζεται κυρίως από θαλάσσιο ζωόφυτο και που χρησιμοποιείται σε διάφορες χρήσεις, φαρμακευτική, οικιακή, ατομική καθαριότητα κτλ. Wikipedia