bn:00060960n
Noun Concept
EL
ζαχαροπλάστης
EL
Ο επαγγελματίας που παρασκευάζει και πωλεί γλυκίσματα ή ο ιδιοκτήτης ζαχαροπλαστείου Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Ο επαγγελματίας που παρασκευάζει και πωλεί γλυκίσματα ή ο ιδιοκτήτης ζαχαροπλαστείου Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations