bn:00061041n
Noun Concept
Categories: Στρατιωτική ορολογία, Στρατιωτικοί σχηματισμοί
EL
περίπολος  αξιωματικός περιπολία  περιπολικό
EL
Η περίπολος είναι συνήθως μια ομάδα στρατιωτικών ή στελεχών σωμάτων ασφαλείας, στους οποίους έχει ανατεθεί η παρακολούθηση μιας συγκεκριμένης γεωγραφικής περιοχής. Wikipedia
Definitions
Relations
Sources
EL
Η περίπολος είναι συνήθως μια ομάδα στρατιωτικών ή στελεχών σωμάτων ασφαλείας, στους οποίους έχει ανατεθεί η παρακολούθηση μιας συγκεκριμένης γεωγραφικής περιοχής. Wikipedia
Wikipedia
Wikidata
Wiktionary
WordNet Translations
Wikipedia Translations