bn:00063354n
Noun Concept
EL
πολιτικός  πολιτευτής
EL
Το πρόσωπο που έχει ενεργό συμμετοχή στην πολιτική ζωή ενός τόπου ,επιδιώκοντας την εκλογή του στο βουλευτικό σώμα Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Το πρόσωπο που έχει ενεργό συμμετοχή στην πολιτική ζωή ενός τόπου ,επιδιώκοντας την εκλογή του στο βουλευτικό σώμα Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations