bn:00066481n
Noun Concept
EL
αναγομωμένο λάστιχο αυτοκινήτου  αναγόμωση  ανανεώνω τον γύρο τροχού
EL
Χρησιμοποιημένο λάστιχο αυτικινήτου που έχει ανακατασκευαστεί ώστε να αποκτήσει καινούριο πέλμα Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Χρησιμοποιημένο λάστιχο αυτικινήτου που έχει ανακατασκευαστεί ώστε να αποκτήσει καινούριο πέλμα Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia Translations