bn:00067153n
Noun Concept
EL
επανάληψη  απαντώ  επαναλαμβάνω  σημάδι επανάληψης
EL
Το να γίνεται κάτι πολλές φορές, να ξαναγίνεται Greek Open Multilingual WordNet
English:
music
Definitions
Relations
Sources