bn:00068300n
Noun Concept
Categories: Είδη ξύλου, Ξύλο
EL
δέντρο γένους dalbergia  παλίσανδρος  τριανταφυλλιά δέντρο
EL
Οποιοδήποτε από αυτά τα δέντρα με σκληρό ξύλο του γένους Dalbergia, όπως το δέντρο γένους dalbergia, που είναι κατάλληλο για την επιπλοποιία με σκούρο κόκκινο ή βυσσινί χρώμα Greek Open Multilingual WordNet
English:
timber
Definitions
Relations
Sources
EL
Οποιοδήποτε από αυτά τα δέντρα με σκληρό ξύλο του γένους Dalbergia, όπως το δέντρο γένους dalbergia, που είναι κατάλληλο για την επιπλοποιία με σκούρο κόκκινο ή βυσσινί χρώμα Greek Open Multilingual WordNet
Ο όρος παλίσανδρος ή σπανιότερα ροδόξυλο αναφέρεται σε αριθμό τροπικών ειδών ξύλου που έχει πλούσια απόχρωση, συχνότερα καστανή προς κοκκινωπή, με πιο σκούρες φλέβες, και απαντάται σε πολλούς όμορφους χρωματισμούς. Wikipedia
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
WordNet Translations