bn:00068856n
Noun Concept
Categories: Αγιολογία
EL
άγιος  Αγία  Αϊ  Οσία  αγίων
EL
Άτομο που έχει πεθάνει και ανακηρύσσεται άγιος με ειδική απόφαση Greek Open Multilingual WordNet
English:
Catholicism
Roman Catholic
Muslim
Islamic
Christianity
Catholic
Definitions
Relations
Sources
EL
Άτομο που έχει πεθάνει και ανακηρύσσεται άγιος με ειδική απόφαση Greek Open Multilingual WordNet
Η λέξη Άγιος είναι επίθετο που περικλείει την έννοια της απόλυτης ιερότητας και αγνότητας από λατρευτική και ηθική άποψη. Wikipedia
Kάποιος που έχει αναγνωριστεί για εξαιρετικό βαθμό αγιότητας, ιερότητας και αρετής. Wikidata
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
Wikidata
Wikipedia Redirections
Wikidata Alias
EL