bn:00071931n
Noun Concept
Categories: Μαγειρικά σκεύη
EL
καλαμάκι  σούβλα  ξύλινο καλαμάκι  σουβλάκι  σουβλάκια
EL
Μεταλλική ή παλαιότερα ξύλινη ράβδος την οποία περνούν μέσα από ολόκληρο σφάγιο ή κομμάτια κρέατος για να τα ψήσουν Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Μεταλλική ή παλαιότερα ξύλινη ράβδος την οποία περνούν μέσα από ολόκληρο σφάγιο ή κομμάτια κρέατος για να τα ψήσουν Greek Open Multilingual WordNet
Το σουβλάκι είναι λεπτό ξύλινο ραβδάκι που χρησιμοποιείται για να συγκρατήσει τα κομμάτια τροφίμων. Wikipedia
Greek Open Multilingual WordNet
Wiktionary
Wikidata Alias
WordNet Translations
Wikipedia Translations