bn:00073114n
Noun Concept
Categories: Μηχανικά εργαλεία χειρός
EL
Γερμανικό κλειδί  γαλλικό κλειδί  αγγλικό κλειδί  κλειδί  κλειδιά
EL
Εργαλείο χειρός που χρησιμοποιείται για να συγκρατήσει ή να βιδώσει παξιμάδι βίδας ή μπουλόνι Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Εργαλείο χειρός που χρησιμοποιείται για να συγκρατήσει ή να βιδώσει παξιμάδι βίδας ή μπουλόνι Greek Open Multilingual WordNet
Το Γερμανικό κλειδί είναι εργαλείο με το οποίο συσφίγγονται κοχλίες και διατίθενται σε διάφορες διαστάσεις ανάλογα με το μέγεθος της κεφαλής του κοχλία. Wikipedia
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations
Wikipedia Translations