bn:00073909n
Noun Concept
EL
θέση
EL
Θέση σε κερκίδες όπου συνήθως κάθονται οι θεατές για να παρακολουθήσουν ένα γεγονός Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Θέση σε κερκίδες όπου συνήθως κάθονται οι θεατές για να παρακολουθήσουν ένα γεγονός Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet