bn:00074602n
Noun Concept
Categories: Καθαρισμός, Επαγγέλματα, Κουλτούρα του δρόμου
EL
οδοκαθαριστής  οδοκαθαρισμός  καθαρότερο δρόμο
EL
Ο οδοκαθαριστής μπορεί να αναφέρεται στο επάγγελμα ενός ατόμου ή σε μια μηχανή που καθαρίζει τους δρόμους. Wikipedia
Definitions
Relations
Sources
EL
Ο οδοκαθαριστής μπορεί να αναφέρεται στο επάγγελμα ενός ατόμου ή σε μια μηχανή που καθαρίζει τους δρόμους. Wikipedia