bn:00075504n
Noun Concept
Categories: Νησσίδες
EL
κύκνος  Cygnus
EL
Μεγαλόσωμα νηκτικά πτηνά που ζουν σε αβαθείς λίμνες, με κύρια χαρακτηριστικά τον πολύ μακρύ λαιμό και το κατάλευκο φτέρωμα Greek Open Multilingual WordNet
Greek:
πτηνό
Definitions
Relations
Sources
EL
Μεγαλόσωμα νηκτικά πτηνά που ζουν σε αβαθείς λίμνες, με κύρια χαρακτηριστικά τον πολύ μακρύ λαιμό και το κατάλευκο φτέρωμα Greek Open Multilingual WordNet
Οι κύκνοι είναι μεγαλόσωμα υδρόβια πτηνά της οικογένειας των Νησσιδών, στην οποία περιλαμβάνονται οι χήνες και οι πάπιες. Wikipedia
Το πτηνό. Wikipedia Disambiguation
Υδρόβιο πτηνό Wikidata
Greek Open Multilingual WordNet
Wikidata
OmegaWiki
Wikipedia Redirections
EL
WordNet Translations
Wikipedia Translations