bn:00076881n
Noun Concept
Categories: Πλαστικά
EL
θερμοπλαστικό  θερμοπλαστικά  θερμοπλαστική ρητίνη  θερμοπλαστικός
EL
Ένα θερμοπλαστικό είναι ένα πλαστικό υλικό, συνήθως ένα πολυμερές, που γίνεται ευλύγιστο ή εύπλαστο πάνω από μια συγκεκριμένη θερμοκρασία και στερεοποιείται με ψύξη. Wikipedia
Definitions
Relations
Sources
EL
Ένα θερμοπλαστικό είναι ένα πλαστικό υλικό, συνήθως ένα πολυμερές, που γίνεται ευλύγιστο ή εύπλαστο πάνω από μια συγκεκριμένη θερμοκρασία και στερεοποιείται με ψύξη. Wikipedia