bn:00078318n
Noun Concept
EL
ταξίδι
EL
Η μετακίνηση από ένα τόπο σε κάποιο ή κάποιους άλλους για ένα χρονικό διάστημα (συμπεριλαμβάνεται και η επιστροφή) Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Η μετακίνηση από ένα τόπο σε κάποιο ή κάποιους άλλους για ένα χρονικό διάστημα (συμπεριλαμβάνεται και η επιστροφή) Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations