bn:00079091n
Noun Concept
EL
αδιαφορία  uninterestingness
EL
Ανικανότητα να προκαλέσεις ή να κρατήσεις το ενδιαφέρον κάποιου Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Ανικανότητα να προκαλέσεις ή να κρατήσεις το ενδιαφέρον κάποιου Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations