bn:00080661n
Noun Concept
EL
ποτιστήρι  δοχείο ποτίσματος
EL
Φορητό πλαστικό ή μεταλλικό δοχείο με λαβή και με μακρύ λαιμό (ο οποίος συχνά καταλήγει σε πλατύ διάτρητο επιστόμιο), που χρησιμοποιείται κυρίως για πότισμα Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Φορητό πλαστικό ή μεταλλικό δοχείο με λαβή και με μακρύ λαιμό (ο οποίος συχνά καταλήγει σε πλατύ διάτρητο επιστόμιο), που χρησιμοποιείται κυρίως για πότισμα Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
Wikidata
Wiktionary
Wikipedia Translations