bn:00082403v
Verb Concept
EL
προκαταβάλλω
EL
Καταβάλλω, πληρώνω ένα χρηματικό ποσό εκ των προτέρων Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
Links
EL
Καταβάλλω, πληρώνω ένα χρηματικό ποσό εκ των προτέρων Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet