bn:00082788v
Verb Concept
EL
φθάνω  φτάνω  έρθει  φτάσει
EL
Φθάνω σε έναν προορισμό ή σε μια κατάσταση Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
Links
EL
Φθάνω σε έναν προορισμό ή σε μια κατάσταση Greek Open Multilingual WordNet
Έρχομαι στον προορισμό μου. OmegaWiki
Greek Open Multilingual WordNet
OmegaWiki
WordNet Translations