bn:00085948v
Verb Concept
EL
τρίζω
EL
Παράγει ένα δυσάρεστο, οξύ και ξηρό ήχο Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
Links
EL
Παράγει ένα δυσάρεστο, οξύ και ξηρό ήχο Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet