bn:00087129v
Verb Concept
EL
ελλιμενίζομαι
EL
Προσαράζω στην προβλήτα (κυρίως για πλοίο) Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
Links
EL
Προσαράζω στην προβλήτα (κυρίως για πλοίο) Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet