bn:00087239v
Verb Concept
EL
αδειάζω  βγάζω
EL
(για υγρά) αντλώ νερό από δοχείο ή πηγάδι Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
Links
EL
(για υγρά) αντλώ νερό από δοχείο ή πηγάδι Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet