bn:00089103v
Verb Concept
EL
προστατεύω
EL
Φροντίζω για την ασφάλεια κάποιου, τον προφυλάσσω από κινδύνους και, γενικότερα, του εξασφαλίζω την υλική και την ηθική υποστήριξη Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
Links
EL
Φροντίζω για την ασφάλεια κάποιου, τον προφυλάσσω από κινδύνους και, γενικότερα, του εξασφαλίζω την υλική και την ηθική υποστήριξη Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet