bn:00089337v
Verb Concept
EL
περπατώ
EL
Διανύω μεγάλη απόσταση με τα πόδια κυρίως για διασκέδαση ή φυσική άσκηση Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
Links
EL
Διανύω μεγάλη απόσταση με τα πόδια κυρίως για διασκέδαση ή φυσική άσκηση Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet