bn:00092860v
Verb Concept
EL
επιστρατεύω  επιτάσσω
EL
Χρησιμοποιώ κάτι δραστηριοποιώ κάποιον για την επίτευξη ενός στόχου ή την αντιμετώπιση μιας δύσκολης κατάστασης Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
Links
EL
Χρησιμοποιώ κάτι δραστηριοποιώ κάποιον για την επίτευξη ενός στόχου ή την αντιμετώπιση μιας δύσκολης κατάστασης Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet