bn:00093808v
Verb Concept
EL
γλιστράω  γλιστρώ  ολισθαίνω  διαφάνεια
EL
Χάνω την ισορροπία μου λόγω της ολισθηρότητας του εδάφους Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
Links
EL
Χάνω την ισορροπία μου λόγω της ολισθηρότητας του εδάφους Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations