bn:00095777v
Verb Concept
EL
κερδίζω  νικώ  κερδίσει
EL
Κερδίζω, έρχομαι πρώτος ή από τους πρώτους σε μια αναμέτρηση, σε ένα συναγωνισμό Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
Links
EL
Κερδίζω, έρχομαι πρώτος ή από τους πρώτους σε μια αναμέτρηση, σε ένα συναγωνισμό Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
Wiktionary
WordNet Translations