bn:00096192a
Adjective Concept
EL
απών  απούσα
EL
Αυτός που απουσιάζει από ένα συγκεκριμένο χώρο ως φυσική οντότητα ή και πνευματικά Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Αυτός που απουσιάζει από ένα συγκεκριμένο χώρο ως φυσική οντότητα ή και πνευματικά Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations