bn:00100416a
Adjective Concept
EL
συμβατικός
EL
Αυτός που ακολουθεί κάποιο καθιερωμένο τύπο και που χαρακτηρίζεται συχνά από έλλειψη πρωτοτυπίας Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Αυτός που ακολουθεί κάποιο καθιερωμένο τύπο και που χαρακτηρίζεται συχνά από έλλειψη πρωτοτυπίας Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet