bn:00100948a
Adjective Concept
EL
νεκρός  πεθαμένος
EL
Αυτός που έχει πεθάνει, που δεν έχει ζωή Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Αυτός που έχει πεθάνει, που δεν έχει ζωή Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations