bn:00103006a
Adjective Concept
EL
πρώτος
EL
Αυτός που βρίσκεται πριν από όλους τους άλλους, που προηγείται Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Αυτός που βρίσκεται πριν από όλους τους άλλους, που προηγείται Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet