bn:00106033a
Adjective Concept
EL
υγρός  υγρού
EL
Αυτός που έχει χαλαρή σύνδεση μορίων, σταθερό όγκο και μεταβλητό σχήμα Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Αυτός που έχει χαλαρή σύνδεση μορίων, σταθερό όγκο και μεταβλητό σχήμα Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations