bn:00311362n
Noun Concept
Categories: Άμφια
EL
οράριο  orarion
EL
Το οράριο είναι άμφιο του πρώτου βαθμού της ιεροσύνης, του διακόνου. Wikipedia
Definitions
Relations
Sources
EL
Το οράριο είναι άμφιο του πρώτου βαθμού της ιεροσύνης, του διακόνου. Wikipedia
Wikipedia
Wikidata
Wikipedia Translations
EL