bn:15109186n
Noun Concept
Categories: Χημικές ιδιότητες, Φυσικοχημεία
EL
Χημική πολικότητα  πολικό μόριο  πολικό ομοιοπολικό δεσμό
EL
Στη χημεία, η πολικότητα είναι ο διαχωρισμός ηλεκτρικού φορτίου που οδηγεί σε ένα μόριο ή τις χημικές του ομάδες να έχουν ηλεκτρική διπολική ροπή, με αρνητικά φορτισμένο άκρο και -επίσης- θετικά φορτισμένο άκρο. Wikipedia
Definitions
Relations
Sources
EL
Στη χημεία, η πολικότητα είναι ο διαχωρισμός ηλεκτρικού φορτίου που οδηγεί σε ένα μόριο ή τις χημικές του ομάδες να έχουν ηλεκτρική διπολική ροπή, με αρνητικά φορτισμένο άκρο και -επίσης- θετικά φορτισμένο άκρο. Wikipedia