bn:00001276n
Noun Concept
EL
βελτιωτής  προσθήκη
EL
Αυτό που προστίθεται, το συμπλήρωμα, η επέκταση κ.τ.λ. Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Αυτό που προστίθεται, το συμπλήρωμα, η επέκταση κ.τ.λ. Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet