bn:00001936n
Noun Concept
EL
ηλικία  δυνατότητα παλαίωσης  ηλικίας
EL
Ο χρόνος που διανύθηκε από τη γέννηση κάποιου ως μία ορισμένη στιγμή Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources