bn:00002212n
Noun Concept
Categories: Αυτοματισμός, Τεχνολογίες αερίων, Θέρμανση κατοικίας, Οικιακές συσκευές
EL
κλιματισμός  κλιματιστικό  air-condition  κεντρικά κλιματισμού  κλιματιζόμενα
EL
Σύστημα που κρατά την ατμόσφαιρα δροσερή και ξηρή Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources