bn:00005168n
Noun Concept
EL
σύνεργα  εξοπλισμός
EL
Τα όργανα που χρησιμοποιεί ένας επαγγελματίας, κυρίως ένας τεχνίτης Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Τα όργανα που χρησιμοποιεί ένας επαγγελματίας, κυρίως ένας τεχνίτης Greek Open Multilingual WordNet
Σελίδα αποσαφήνισης εγχειρημάτων Wikimedia Wikidata
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations