bn:00005280n
Noun Concept
Categories: Κυαμοειδή, Κάρυα και ελαιούχοι σπόροι, Χλωρίδα της Νότιας Αμερικής, Χεδρωπά
EL
αραχίδα  γένος Arachis  αράπικο φιστίκι  arachis  γένους arachis
EL
Γένος φυτών των οποίων οι καρποί ωριμάζουν στο υπέδαφος Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Γένος φυτών των οποίων οι καρποί ωριμάζουν στο υπέδαφος Greek Open Multilingual WordNet
Η αραχίδα είναι ποώδες μονοετές ή διετές φυτό της οικογένειας των Κυαμοειδών. Wikipedia
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
Wikidata
Wikipedia Redirections
WordNet Translations
Wikipedia Translations
EL