bn:00006081n
Noun Concept
Categories: Αρθρόποδα, χωρίς συγγραφέα ή επιμελητή
EL
αρθρόποδο  αρθρόποδα  Arthropoda
EL
Κάθε ασπόνδυλο του οποίου το σώμα είναι διαιρεμένο σε τμήματα (δακτύλιους) και προστατεύεται από σκληρό αδιάβροχο περίβλημα (λ .χ. τα έντομα, τα αραχνοειδή, οι σκορπιοί) Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Κάθε ασπόνδυλο του οποίου το σώμα είναι διαιρεμένο σε τμήματα (δακτύλιους) και προστατεύεται από σκληρό αδιάβροχο περίβλημα (λ .χ. τα έντομα, τα αραχνοειδή, οι σκορπιοί) Greek Open Multilingual WordNet
Τα Αρθρόποδα Wikipedia
Ασπόνδυλο ζώο που έχει εξωσκελετό, ένα κατακερματισμένο σώμα και συνενωμένες αποφύσεις, στο οποίο συμπεριλαμβάνονται τα έντομα, τα αραχνοειδή, τα μυριάποδα και τα μαλακόστρακα Wikidata
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
Wikidata
Wiktionary
OmegaWiki
Wikipedia Redirections
WordNet Translations
Wikipedia Translations