bn:00013379n
Noun Concept
Categories: Συνδικαλισμός, Συνδικαλιστικές οργανώσεις
EL
συνδικάτο  ένωση  αδελφότητα  εργατικό σωματείο  συνδικαλιστική οργάνωση
EL
Οργάνωση εργαζομένων που έχει ιδρυθεί για να διεκδικεί τα δικαιώματα των μελών της Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Οργάνωση εργαζομένων που έχει ιδρυθεί για να διεκδικεί τα δικαιώματα των μελών της Greek Open Multilingual WordNet
Συνδικαλιστική οργάνωση είναι ένωση εργαζομένων κοινού ενδιαφέροντος. Wikipedia