bn:00015895n
Noun Concept
Categories: Μηχανές, Τεχνολογία οχημάτων
EL
εξαερωτήρας  καρμπυρατέρ  καρμπιρατέρ  carbureted
EL
Συσκευή ανάμειξης καυσίμου και αέρα Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Συσκευή ανάμειξης καυσίμου και αέρα Greek Open Multilingual WordNet
Ο εξαερωτήρας, και στην Ελλάδα περισσότερο γνωστός με τη γαλλική ονομασία καρμπυρατέρ, είναι ένα σημαντικό παρελκόμενο εξάρτημα της μηχανής εσωτερικής καύσης με βενζίνη. Wikipedia
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
Wikipedia Redirections
WordNet Translations