bn:00018219n
Noun Concept
Categories: Φηγοειδή, Οπωροφόρα δέντρα, Δέντρα
EL
καστανιά  καστανέα  κάστανα  καστανιές
EL
Δέντρο που φτάνει σε μεγάλο ύψος, ζει πολλά χρόνια και καλλιεργείται για τους φαγώσιμους καρπούς του και για το ξύλο του Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Δέντρο που φτάνει σε μεγάλο ύψος, ζει πολλά χρόνια και καλλιεργείται για τους φαγώσιμους καρπούς του και για το ξύλο του Greek Open Multilingual WordNet
Αγγειόσπερμο, δικότυλο φυτό η καστανιά ανήκει στην τάξη των Φηγωδών και στην οικογένεια των Φηγοειδών με 12 είδη φυλλοβόλων, αιωνόβιων μεγάλων δέντρων ιθαγενή των εύκρατων περιοχών του βορείου ημισφαιρίου. Wikipedia
Στο φυλλοβόλο δένδρο. Wikipedia Disambiguation
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
Wikidata
Wiktionary
WordNet Translations
Wikipedia Translations