bn:00020257n
Noun Concept
EL
κοχλίας  κοχλία
EL
Τμήμα του λαβύρινθου του αυτιού όπου η μηχανική ενέργεια μετατρέπεται σε ηλεκτρική, γιατί οι ίνες του ακουστικού νεύρου ερεθίζουν το όργανο του Corti, που βρίσκεται μέσα στον κοχλία και μεταδίδουν την ακουστική αίσθηση στον εγκέφαλο Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Τμήμα του λαβύρινθου του αυτιού όπου η μηχανική ενέργεια μετατρέπεται σε ηλεκτρική, γιατί οι ίνες του ακουστικού νεύρου ερεθίζουν το όργανο του Corti, που βρίσκεται μέσα στον κοχλία και μεταδίδουν την ακουστική αίσθηση στον εγκέφαλο Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
Wiktionary
WordNet Translations
Wikipedia Translations