bn:00022051n
Noun Concept
EL
συστατικό πρότασης  γραμματική συστατικό  συστατικό
EL
Λέξη ή φράση που αποτελεί μέρος μίας μεγαλύτερης συντακτικής ενότητας Greek Open Multilingual WordNet
English:
linguistic
grammar
linguistics
Definitions
Relations
Sources