bn:00023654n
Noun Concept
EL
δημιουργία  εισαγωγή  εγκαθίδρυσης  ιδρύοντας
EL
Το να ξεκινάς κάτι για πρώτη φορά Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Το να ξεκινάς κάτι για πρώτη φορά Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
Wiktionary
WordNet Translations